φιλότιμος

φιλότιμος
φιλότῑμος , φιλότιμος
loving honour
masc/fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Φιλότιμος — loving honour masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλότιμος — Έλληνας γιατρός, μαθητής του Πραξαγόρα του Κώου, που αναφέρεται κυρίως για τη δραστηριότητά του το 320 π.Χ. Aσχολήθηκε με την ανατομία και επιχείρησε να περιγράψει διάφορα όργανα, όπως τον εγκέφαλο, τον οποίο θεωρούσε κατώτερης σημασίας.… …   Dictionary of Greek

  • φιλότιμος — η, ο επίρρ. α 1. αυτός που έχει ζωηρή τη συναίσθηση της προσωπικής του τιμής και αξιοπρέπειας, εύθικτος, αξιοπρεπής: Δε δέχεται προσβολές, είναι φιλότιμος. 2. αυτός που καταβάλλει ευσυνείδητες προσπάθειες να αναταποκριθεί στα καθήκοντά του ή να… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Φιλοτίμοις — Φιλότιμος loving honour masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοτίμου — Φιλότιμος loving honour masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοτίμους — Φιλότιμος loving honour masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοτίμων — Φιλότιμος loving honour masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοτίμως — Φιλότιμος loving honour masc acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλοτίμῳ — Φιλότιμος loving honour masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλότιμε — Φιλότιμος loving honour masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”